«Αντί Στεφάνου» και «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» Αναγνώσεις Ιουλίου

Ο Ιούλιος ξεκίνησε μες την ομορφιά. Ταξίδεψα κανονικά στην Πάτμο και πήρα μαζί μου τη «Γραμμή του ορίζοντος» του Χ. Βακαλόπουλου, να τη διαβάσω ξανά στον τόπο όπου εκτυλίσσεται –μια ξεχωριστή εμπειρία για την οποία θα μιλήσω εκτενέστερα. Νοερά, ταξίδεψα πρώτα σε ένα μικρό ελληνικό νησί του σήμερα κι ύστερα σε τρεις ηπείρους – Β. Αμερική, Ασία, Ευρώπη-, με τα «Αντί Στεφάνου» και «Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε» αντίστοιχα.

Όμως, ο φετινός Ιούλιος τελείωσε με τον πιο αδιανόητο τρόπο: κάηκε μέσα στη φωτιά. Από την τραγική και σκληρή πραγματικότητα δεν μπορείς να δραπετεύσεις ούτε με αναγνωστικά ταξίδια ούτε με τίποτα. Σωπαίνεις με θλίψη και οργή, το μόνο που ελπίζεις είναι ποτέ να μην ξανασυμβεί αυτό που δε θα έπρεπε ποτέ να συμβεί.

«Αντί Στεφάνου», Γιάννης Μακριδάκης, Εκδόσεις Εστία, 2015

Έχω διαβάσει αρκετά από τα βιβλία του πολυγραφότατου Γιάννη Μακριδάκη και τον θεωρώ αυθεντικό, ιδιαίτερο και χαρισματικό δημιουργό. Μπορεί κάποια από αυτά να μου αρέσουν περισσότερο, μα όλα σαν τα νερά του ποταμού κυλάνε απρόσκοπτα, διαφανή, κελαρυστά, ορμητικά. Το λογοτεχνικό του έργο έχει την αρετή της φυσικής ροής τόσο ως προς τον τρόπο γραφής του όσο κι ως προς τις ιδέες που το διαπερνούν. Μέσα από τη ματιά του κάθε ήρωα ξεδιπλώνεται ένας κόσμος, όπου επαναπροσδιορίζεται η φύση, η ανθρωπιά, το παρελθόν, η απλότητα, η διαφορετικότητα, η αίσθηση του μέτρου κι όλα όσα αποτελούν για τον συγγραφέα την ουσία, τον πυρήνα της ζωής. Ο Μακριδάκης είναι ένας δυνατός κι ευαίσθητος αφηγητής ιστοριών που με τη συγκινητική, αφτιασίδωτη γραφή του ρίχνει φως στο μεγαλείο της φύσης και του ανθρώπου.

Περίμενα να καταλαγιάσουν οι συζητήσεις για το «Αντί Στεφάνου» για να το διαβάσω. Άργησα λίγο παραπάνω, αλλά απόλαυσα ένα από τα πιο εμπνευσμένα, ευρηματικά και χιουμοριστικά βιβλία του. Η πρωτότυπη υπόθεσή του συνοψίζεται στην πρώτη παράγραφο: «Δεν ευδοκίμησε τελικά ως νεκροθάφτης στη θέση του Ευταξία ο Στέφανος ο Λαδικός. Μονάχα μια κηδεία πρόλαβε να διεκπεραιώσει κι αυτή ήταν της μητέρας  του, [..] (η οποία) απεβίωσε αιφνιδίως, τρεις μόλις μέρες αφότου ανέλαβε καθήκοντα εντός νεκροταφείου ο μοναχογιός της». Ο Στέφανος δεν ευδοκίμησε αφενός γιατί στην κοινωνία του νησιού του έτσι κι αλλιώς είναι δακτυλοδεικτούμενος, μιας και εγκατέλειψε τις σπουδές του στην Ιατρική για να επιδοθεί με ζήλο στις εναλλακτικές μεθόδους θεραπείας και φυσικής καλλιέργειας που διδάχθηκε στα ταξίδια του στην Ανατολή. Αφετέρου γιατί εφάρμοζε αρχή γενομένης από τη μητέρα του αυτές τις μεθόδους και ως νεκροθάφτης.

Κι ενώ ο πάμπλουτος θείος του Στέφανου σκοπεύει να ανεγείρει ένα μεγαλοπρεπές μνήμα για την αδερφή του, ο ανιψιός του φτιάχνει στο σημείο ταφής της μητέρας του μπαξέ, χρησιμοποιώντας τις «αλλοπρόσαλλες» μεθόδους του. Οι συντοπίτες του (εκτός από τον αφηγητή) τάσσονται υπέρ του θείου του, οπότε, παρακολουθούμε τις κωμικές κι αλλόφρονες σκηνές που εκτυλίσσονται στο διάστημα σαράντα ημερών, προκειμένου όλοι να διώξουν τον Στέφανο από τη θέση του.

Η αφήγηση στο πρώτος μέρος είναι τριτοπρόσωπη, γνωρίζουμε τους ήρωες μέσα από τα λεγόμενα του αφηγητή, στη συνέχεια γίνεται πρωτοπρόσωπη κι ο αφηγητής μάς αποκαλύπτει την ταυτότητα του και τον ρόλο του στην ιστορία. Η επιλογή του Μακριδάκη να διηγηθεί τα γεγονότα σε μια «διαφορετική» καθαρεύουσα, υπέροχη και χειμαρρώδη, προσδίδει άλλη διάσταση στο -ευφυώς σχεδιασμένο και χιουμοριστικό- κείμενο και πραγματικά το απογειώνει. Παρόλο που η δράση στο «Αντί Στεφάνου» εκτυλίσσεται -επί το πλείστον- σε ένα νεκροταφείο, το διαβάζεις και γελάς πολύ. Ο τόπος λειτουργεί ως υπόμνηση του γεγονότος ότι περαστικοί είμαστε όλοι, στη γη επιστρέφουμε, προς τι όλη αυτή η φασαρία, και το γέλιο επιδρά λυτρωτικά σαν κάθαρση.

Ο Στέφανος προσηλωμένος στον σκοπό του, πράος και στωικός κερδίζει τη συμπάθεια μας, σε αντίθεση με την κοινωνία του νησιού -την κοινή λογική- που φαντάζει στα μάτια μας σαν αρπαχτικό. Μου σφίχτηκε η καρδιά στη σκηνή που ξεριζώνουνε με τρακτέρ το χωράφι του και γενικά η προσωπικότητα του ήρωα με πήγε συνειρμικά στους στίχους του Άσιμου: «Όλοι δηλώνετε ειδικότητα/καταναλώνετε ποσότητα/και μου στερείτε τον ήλιο/[..]φτιάχνω δικό μου βασίλειο».

Με φόντο την ελληνική -στενόμυαλη, μικροπρεπή, οπισθοδρομική- επαρχία, ο Μακριδάκης πραγματεύεται πλήθος θεμάτων και αντιλήψεων που ισχύουν σε ευρύτερη κλίμακα: τις οικογενειακές σχέσεις, την απομάκρυνση του ανθρώπου από τη φύση, την αναγωγή του πλούτου σε ύψιστη αξία, την αδυναμία αποδοχής της διαφορετικότητας του άλλου και πολλά άλλα.

Εγκλωβισμένοι στον καταναλωτικό τους μικρόκοσμο, χωρίς ίχνος οικολογικής συνείδησης, οι ήρωες διακηρύττουν με ζήλο τα δόγματά τους, εκλαμβάνουν τη διαφορετικότητα του Στέφανου σαν απειλή που πρέπει να εξαλειφθεί και ξεπερνάνε κάθε αίσθηση του μέτρου. Κάτι που ισχύει και για τον Στέφανο, χάνει κι εκείνος το μέτρο, συνυπάρχει αρμονικά με τη φύση, αλλά δεν μπορεί να εναρμονιστεί με τους συνανθρώπους του. Παρά τις καλές του προθέσεις, κάποιες από τις ιδέες του είναι τόσο αποκλίνουσες/ακραίες που δε μπορεί ούτε να τις μοιραστεί ούτε οι άλλοι να τις κατανοήσουν.

Το «Αντί Στεφάνου» είναι μία ξεχωριστή, γοητευτική νουβέλα κι ένιωσα σαν ο Μακριδάκης να μας «υπενθυμίζει» τα σημαντικά που έχουμε πλέον ξεχάσει και πως οτιδήποτε κι αν πρεσβεύουμε, όσο κι αν μας χωρίζουν οι πεποιθήσεις μας, είμαστε άνθρωποι, ανθρωπινοί και μόνο στην ανθρωπιά μας συναντιόμαστε.

υ.γ. αν η μελαγχολία -για όσα μας χωρίζουν- ήταν τραγούδι

ypo-to-fws-twn-oswn gnorizoyme

«Υπό το φως των όσων γνωρίζουμε», Zia Haider Rahman, Μετάφραση: Α. Μιχαηλίδης, Εκδόσεις Πόλις, 2018

Αυτό το βιβλίο ήταν για μένα η έκπληξη της χρονιάς. Έχουμε να κάνουμε με ένα συγγραφέα που έθεσε υψηλούς, «απροσμέτρητους», στόχους στον εαυτό του και κατόρθωσε να τους εκπληρώσει περίτρανα. Στο πρώτο του μυθιστόρημα ο Rahman, μέσα από τη συναρπαστική κι εγκεφαλική συνομιλία δύο φίλων, πραγματεύεται τα θεμελιώδη ζητήματα που απασχολούν τον σύγχρονο άνθρωπο και τα σαρωτικά γεγονότα που άλλαξαν τον σύγχρονο κόσμο. Είναι αξιοθαύμαστη η τόλμη και η ικανότητα του να καταπιαστεί με πλήθος θεμάτων μέσα στα όρια ενός μόνο βιβλίου, όπως και να τα αφηγηθεί με ευαισθησία κι οξυδέρκεια. Σου δίνει την αίσθηση ότι το έργο του είναι αποτέλεσμα επίπονης εργασίας, διεισδυτικής παρατήρησης, ανεξάντλητων πειραματισμών «υπό το φως» των γνώσεων και των βιωμάτων του.

Όπως μαρτυράει το «μυθιστορηματικό» βιογραφικό του, ο Rahman έχει απίστευτα πολλές γνώσεις και πολύ ισχυρά -ατομικά και κοινωνικά- βιώματα αποσταγμένα μέσα του. Το βιογραφικό του σχετίζεται με την υπόθεση του βιβλίου κι αξίζει να αναφερθεί μιας κι ο συγγραφέας το μοιράζεται με τον κεντρικό του ήρωα, τον Ζαφάρ. Γεννήθηκε σε μια αγροτική περιοχή του Μπαγκλαντές, μεγάλωσε μετανάστης στην Αγγλία μέσα σε συνθήκες μεγάλης φτώχειας. Καταφέρνει, όμως, να ξεφύγει από τους περιορισμούς της ταπεινής καταγωγής και της κοινωνικής του τάξης, κάνει λαμπρές σπουδές Μαθηματικών και Νομικής σε κορυφαία πανεπιστήμια. Γίνεται ανώτερο στέλεχος στον χρηματοπιστωτικό τομέα, από τον οποίον παραιτείται κι έκτοτε εργάζεται ως δικηγόρος για τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο.

Ο Ζαφάρ κουβαλάει από το παρελθόν τραύματα και σκοτεινά μυστικά, είναι η ζωή του γεμάτη από επίπονες δοκιμασίες που βιώνονται και ξεπερνιούνται. Η απροσδόκητη επίσκεψη του στο σπίτι του φίλου του, ανώνυμου αφηγητή, μετά από πολλά χρόνια, είναι η αρχή μιας μακράς συνομιλίας ανάμεσα τους. Ο ανώνυμος αφηγητής, αριστοκράτης και προνομιούχος, για πρώτη φορά βρίσκεται στα πρόθυρα κρίσης -κινδυνεύει να χάσει τη δουλειά του, ο γάμος του διαλύεται- και έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεων του. Ο συγγραφέας διαλέγει δύο διαφορετικούς χαρακτήρες με διαμετρικά αντίθετες ζωές, ώστε να αναδείξει την κυρίαρχη αντίθεση που επικρατεί στον κόσμο: κάποιοι τα βρίσκουν όλα έτοιμα, σε κάποιους τίποτα δεν χαρίζεται.

Μέσα από τις συζητήσεις τους φωτίζονται εκ νέου τα περασμένα κοινά τους βιώματα, ξεδιπλώνονται οι διαφορετικές ιστορίες του καθένα, γίνονται συγκλονιστικές αποκαλύψεις. Η αφήγηση εξαρχής παίρνει ζοφερές αποχρώσεις και φορτίζεται συναισθηματικά, καθώς ο Ζαφάρ περιγράφει το ταξίδι και την παραμονή του στο Αφγανιστάν, το 2002, ως ειδικός εισηγητής για τον ΟΗΕ.

Η παρουσία του εκεί, ο πόλεμος, η αγάπη του για τα Μαθηματικά, η φιλία, ο ρατσισμός, ο έρωτας του για την Έμιλυ, γόνο της βρετανικής αριστοκρατικής κοινωνίας, οι διεθνείς σχέσεις, η ιστορία του Μπαγκλαντές, οι μηχανισμοί που επέφεραν την παγκόσμια οικονομική κρίση-όπως και πολλά άλλα- είναι από τα κεντρικά θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο. Τα γεγονότα δεν παρουσιάζονται με χρονική ακολουθία, αλλά διακόπτονται από αναμνήσεις, παρεκβάσεις, αναδρομές, λεπτομέρειες, μεταφέροντας τον αναγνώστη από τo Λονδίνο στο Μπαγκλαντές και από το Πακιστάν στη Νέα Υόρκη.

Η αφήγηση είναι πολύ ιδιαίτερη. Ο Rahman αφομοιώνει στο έργο του ένα πλήθος πραγματολογικών/εγκυκλοπαιδικών γνώσεων, πολλές αναφορές σε μείζονα λογοτεχνικά έργα, εκτενή λογοτεχνικά παραθέματα στην αρχή του κάθε κεφαλαίου (που συνδέονται εύστοχα με το θέμα που αναπτύσσεται). Κάνει, ακόμα κάτι εξαιρετικό: συνυφαίνει στην ιστορία του τη λογοτεχνία με τις θετικές επιστήμες -τα μαθηματικά, τη φυσική, τα οικονομικά κ.α. Τα παντρεύει με τέτοιον τρόπο, ώστε «συμμετέχουν» στην εξέλιξη της ιστορίας και την πλαισιώνουν, όπως για παράδειγμα το Θεώρημα της Μη Πληρότητας του Γκέντελ που δεσπόζει στην αφήγηση.

Η παράθεση στην ιστορία πλήθους πληροφοριών αναδεικνύει την προσωπικότητα του Ζαφάρ. Είναι ένας άνθρωπος σπαραχτικά και αμετάκλητα μόνος, ο οποίος βρήκε συντροφιά και σπίτι στον κόσμο των γνώσεων, των Μαθηματικών, των βιβλίων, γι’ αυτό σκέφτεται και μιλάει εγκεφαλικά και συνειρμικά. Ο Rahman πλάθει έναν πολύ ανθρώπινο, αντισυμβατικό χαρακτήρα, που κατόρθωσε να ξεπεράσει πολλά εμπόδια, αλλά ποτέ δε βρήκε στέρεο έδαφος, «ξένος στη χώρα που γεννήθηκε και παρείσακτος για την χώρα που τον φιλοξενεί». Στην περιπέτεια της πολύπαθης ζωής του αντανακλώνται οι ιλιγγιώδεις μεταβολές που συνέβησαν στον σύγχρονο κόσμο, στο τέλος του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα.

Είναι μυθιστόρημα που απαιτεί προσήλωση, η παραμικρή λεπτομέρεια έχει σημασία και σε ανύποπτο χρόνο γίνονται σημαντικές αποκαλύψεις. Ήμουν με το μολύβι στο χέρι, έμαθα πολλά που δεν γνώριζα κι είχα την αίσθηση, λόγω των παρεκβάσεων και των πληροφοριών, ότι επιλύω μαθηματική εξίσωση. Ο Rahman μεταδίδει στον αναγνώστη τη βαθιά αγωνία του ήρωα, του κάθε ανθρώπου, να πορεύεται με αξιοπρέπεια σε έναν κόσμο κρίσεων και συγκρούσεων. Όπως και τονίζει την παρόρμηση του ήρωα, του κάθε ανθρώπου να μιλήσει, να ομολογήσει όσα έχει μέσα του και να υπάρχει κάποιος να τον ακούσει. Κάποιος που να τον ακούει χωρίς να τον κρίνει ή να τον παρηγορεί, να τον ακούει και να μπαίνει στη θέση του, να βλέπει τον κόσμο μέσα από τα δικά του μάτια.

υ.γ. Υπό τον ήχο της  Σακόν του Μπαχ

(Visited 2,398 times, 1 visits today)

2 Comments

  1. natassa November 25, 2018 at 10:47 pm

    Πρωτότυπο κι ενδιαφέρον το βιβλίο του Μακριδάκη. Θα το ψάξω σίγουρα!

    Reply
    1. marina November 26, 2018 at 10:54 pm

      Ναι, θα σου αρέσει!
      Και μόνο που το σκέφτηκε όλο αυτό και το είπε και σε αυτήν την καθαρεύουσα,
      ξεχωρίζει σαν βιβλίο. Είναι πλέον από τα αγαπημένα μου μαζί με το “Λαγού μαλλί”,
      τον “Ανάμιση τενεκέ” και τη “Δεξιά τσέπη”.

      Reply

Leave A Comment

Your email address will not be published.