Όταν διαβάζω ποίηση, αδυνατώ μετά σε λέξεις να τη βάλω.
Η ανάλυση, οι γλωσσικές επιλογές, τα «τι θέλει να πει ο ποιητής» και «ποια η εποχή του», καθόλου ευχάριστα δε μου είναι.
Αναλύω, βέβαια, ποίηση – αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία.
Να την καταλάβω δε με νοιάζει, μόνο να τη νιώσω.
Και ξέρω γιατί αδυνατώ σε λέξεις να τη βάλω.
Διαβάζω την ποίηση με το σώμα. Μόνο σε λέξεις των αισθήσεων κάπως μπορώ να τη χωρέσω.
Παράδειγμα: Τι γίνεται την ώρα της ανάγνωσης με σύμπραξη αισθήσεων:
γλύκα σύκου ώριμου,
τρίξιμο πόρτας μες τη νύχτα,
μια θάλασσα από πολυκατοικίες,
ν’ αγγίζεις πέτρα που καίει από τον ήλιο,
άρωμα νυχτολούλουδου και καμένου δάσους.
Οπότε συμβαίνει το εξής:
το σώμα παίρνει πάνω του ολόκληρη την αίσθηση του ποιήματος.
[Γι’ αυτό κάποια ποιήματα έχουν και παρενέργειες:
μούδιασμα, αναφιλητά, ρίγη -πιο συχνά-,
σπασμοί -πιο σπάνια.
Ακίνδυνες, βέβαια.
Σε επανεκκινούν, μόλις παρέλθουν.]
Από το σώμα η αίσθηση πάει στην καρδιά.
Εκείνη τη μεταβολίζει σε συγκίνηση, σε λέξεις για τα ανείπωτα,
σε καινούριο βλέμμα για τον κόσμο.
Ο κόσμος γίνεται ποίημα
το ποίημα σώζει από τον κόσμο.
[Έστω και στιγμιαία.]
Δεν είναι δα και λίγα αυτά…
Μετά όλα παίρνουν τον δρόμο τους:
Οι ποιήτριες κι οι ποιητές γίνονται άνθρωποι δικοί μου.
Οι στίχοι τους, κάτι να στηριχτείς σε επείγουσες περιστάσεις.
Κι εγώ, σαν τον οδηγό λεωφορείου στο «Paterson»,
μ’ ένα τετραδιάκι.
Παράδειγμα: Στηρίγματα για επείγουσες περιστάσεις
Στην παρερμηνεία: «Δεν έφταιγεν ο ίδιος, τόσος ήτανε».
Στη δυσκολία: «Στενό μαρκάρισμα αυτό είναι όλο!»
Στην απελπισία: «Ω θα γυρίσουμε στην ομορφιά μια μέρα»
Παράδειγμα οδηγού λεωφορείου:
Γράφει ποιήματα
για ένα σπίρτο,
ένα κολοκύθι,
για τους επιβάτες,
κι αυτός ο τρόπος του είναι
να δραπετεύει από τα ίδια και τα ίδια,
την ομορφιά να βρίσκει.
Παράδειγμα: Πώς σώζει -στιγμιαία- ένα ποίημα
[Αυτή τη μέθοδο «Άγγελο της βιβλιοθήκης» την αποκαλεί ο Αρανίτσης. Επειδή το όνομα βαρύγδουπο μου πέφτει, «Saved by the poem», τη μετονόμασα μοντέρνα]
Σε μία στιγμή -φορτίο- παίρνεις από τη βιβλιοθήκη, τυχαία, χωρίς σκέψη, μια ποιητική συλλογή.
Με κλειστά τα μάτια την ανοίγεις σε οποιαδήποτε σελίδα.
Κάτι θα έχει να σου πει.
Τρεις είναι οι ευκαιρίες σου.
Το ποίημα θα σου δείξει, θα σε παρηγορήσει, θα διαδράσει.
Έστω, θα ξεχαστείς. Μια παύση θα σου δώσει.
Πάντα σχεδόν σ’ εμένα πετυχαίνει. Ίσως να πείτε αυθυποβολή, μα είναι τόσο ωραία.
Τι είναι δικό μου στη ζωή, τι από τα ποιήματα φερμένο,
πολλές φορές δεν ξεχωρίζω.
Πώς ξεκίνησε όλο αυτό;
Είναι μία άλλη ιστορία.
Όπως έλεγα και πριν,
αδυνατώ την ποίηση σε λέξεις να τη βάλω,
αδυνατώ να πω: «διακρίνεται», «εστιάζει», «ύφος», «γλώσσα».
Διαβάζω με το σώμα,
τα ποιήματα μιλάω με αισθήσεις,
συναισθήματα,
εικόνες και σιωπές.
Έτσι για μένα μόνο είναι.